kkkkkkkkkkk

Είδα τον Θεό και τον ρώτησα για σένα και για μένα



Χθες, μεσάνυχτα και κάτι ή παρά κάτι... Κάπου εκεί γύρω.. Άκουσα μια φωνή. 

- 'Εμαθα πως, με γυρεύεις. 

- Ποιος;  Εγώ; 

- Ναι. Εσύ.

- Και, ποιος είσαι εσύ;

- Δεν με γνωρίζεις; Είμαι αυτός που τον θυμάσαι όταν έχεις προβλήματα. Είμαι αυτός που του ζητάς  βοήθεια. Είμαι αυτός που εμπιστεύεσαι πιο πολύ από όλους. 

- Είσαι ο Θεός μου; Είσαι ο φίλος μου; Η παρηγοριά μου; Είσαι εσύ που γνωρίζεις τα πάντα... και τα πάντα για μένα και για όλους;


- Είμαι αυτός που βλέπει μέσα στην μέρα. Είμαι αυτός που βλέπει μέσα στο σκοτάδι. Είμαι αυτός που βλέπει γύρω σου και αυτός που βλέπει μέσα σου. Είμαι αυτός που διαβάζει τις σκέψεις σου, τα όνειρα σου. Είμαι αυτός που γνωρίζει τις απορίες σου, αυτός που βρίσκει λύσεις στα προβλήματα σου. Είμαι αυτός που τον θυμάσαι μόνο όταν έχεις αγωνία, άγχος, προβλήματα, αρρώστιες, απορίες.

- Πως το ήξερες πως σε ζητώ;

- Δεν είμαι ο Θεός;

- Ναι είσαι. 'Αρα... Γνωρίζεις γιατί σε γυρεύω.


- Ναι ξέρω. Πάντα ήξερα. Ήξερα πως θα έρθει αυτή η ημέρα πριν γεννηθείς. Όμως, ρώτησε με. Θα σου απαντήσω.  Γρήγορα όμως, γιατί δεν έχω και πολύ χρόνο. Κάποιος, κάπου εκεί κοντά σου, στην γη με φωνάζει. Θέλει να μάθει και αυτός όσα θέλεις και εσύ. Ακριβώς τα ίδια.  Έχει τις ίδιες απορίες. 

- Έχω πολύ άγχος. Από το πρωϊ που ξυπνώ μέχρι το βράδυ που κοιμάμαι. Πως, μπορώ να το ξεπεράσω;

- Πρώτα, πρώτα πρέπει να σταματήσεις να σκέφτεσαι για το μέλλον. Να σταματήσεις να αγωνιάς αν θα έχεις φαγητό το μεσημέρι, το βράδυ ή το πρωί. Να σταματήσεις να  γύρω φέρνεις τις σκέψεις σου στο αύριο. Να σταματήσεις να σκέφτεσαι τι θα συμβεί ύστερα από ένα, δύο ή περισσότερα χρόνια. Το άγχος προκαλεί αρρώστιες. Πρέπει να μάθεις να έχεις ηρεμία και γαλήνη. Πρέπει να μάθεις να προσεύχεσαι. Το μέλλον άφησε το σε μένα. Ζήσε το παρών. 

- Μα;

- Δεν υπάρχει μα. Δεν με φώναξες; Δεν με ήθελες; Δεν με γύρευες; Δεν ήθελες να βρω λύσεις στα προβλήματα σου; Τώρα, κάθισε  ή ξάπλωσε ή να πηγαινοέρχεσαι. Κάνε αυτό που θέλεις. Έχεις το δικαίωμα της ελεύθερης βούλησης. Όμως, μην αγχώνεσαι για το μέλλον. Εγώ είμαι εδώ. Εγώ θα είμαι πάντα εδώ. Δίπλα σου. Κοντά σου.  Εγώ θα βρίσκω λύσεις στα προβλήματα σου. Ζήσε το τώρα και μην σκέφτεσαι το αύριο. Όμως, σου ζητώ να μάθεις να το ζεις μέσα στην αγάπη,  την ηρεμία, την γαλήνη, την τιμιότητα, την δικαιοσύνη. Αν δεν έχεις άγχος δεν θα αρρωστάς εύκολα. Εμπιστεύσου με. 

- Σε εμπιστεύομαι. 

- Δείξε το με πράξεις. Απόδειξε το. Μην αγχώνεσαι.

- Όταν ήμουν παιδάκι ήθελα να...

- Να μεγαλώσεις. Να ξεφύγεις από τα προβλήματα της παιδικής ζωής. Από το άγχος που προκαλούν τα διαβάσματα. Τα διαγωνίσματα. Οι εξετάσεις. Αγωνιούσες πότε θα τελειώσει το σχολείο. Πότε θα βρεις δουλειά. Και τώρα που μεγάλωσες... Λες: "Τα καλύτερα χρόνια....... είναι τα παιδικά, τα μαθητικά. Μακάρι να ήμουν παιδί. Μακάρι να ήμουν μαθητής. Να μην είχα άγχος." Κατάλαβες πως το άγχος των παιδικών και των μαθητικών χρόνων δεν συγκρίνεται με το άγχος ενός μεγάλου.

- Ακριβώς, έτσι!!! Αν ήξερα πως είναι η ζωή του μεγάλου δεν θα ήθελα να μεγαλώσω. Θα ήθελα να ήμουν πάντα παιδί. Θα ήθελα να διάβαζα. Πεθύμησα τα μαθητικά τα χρόνια. Πεθύμησα την παιδική ζωή. Πεθύμησα τα παιδικά παιχνίδια. Αχ!! Και να ξανά γινόμουν παιδί. Δεν γίνεται Θεέ μου να το ξαναπάρουμε από την αρχή; Να ξαναγεννηθώ;

- Το ξέρεις πως δεν γίνεται. Όμως, αν το θέλεις, μπορείς να βγάλεις το παιδί που κρύβεις εδώ και χρόνια μέσα σου. Γιατί βρίσκεται εκεί. Μέσα σου. 

- Δεν κατάλαβα. 

- Μεγάλωσες... Για αυτό, να σκέφτεσαι σοφά λόγω της πείρας που έχεις στην ζωή.  Όμως, να μάθεις να νοιώθεις σαν παιδί. Να αγαπάς σαν παιδί. Να συγχωράς σαν παιδί. Να παίζεις και να γελάς με την καρδιά σου, σαν παιδί. Εσύ, μεγάλε... Να μάθεις να προσέχεις το παιδί που, έχεις μέσα σου. Τότε, θα νοιώθεις άνετα με εσένα, ειρηνικά, γαλήνια. Τότε, θα μάθεις να αγαπάς αληθινά. Θα μάθεις τι πάει να πει αγάπη. Να μάθεις ότι δεν μπορείς να αναγκάζεις τους άλλους να σε αγαπήσουν με την βία. Να μάθεις ότι πρέπει να γίνεις άξιος για να αγαπηθείς. Να μάθεις πως, αξία δεν έχουν τα λεφτά, τα υλικά αγαθά. Αξία έχει να μάθεις να αγαπάς και να αγαπιέσαι. Να εκφράζεις και να δείχνεις τα αισθήματα σου. Να μάθεις την συγχώρεση, συγχωρώντας. Να μάθεις να αγαπάς και να σέβεσαι. Να μάθεις να προσέχεις το παιδί που κρύβεις μέσα σου και ταυτόχρονα τα παιδιά όλου του κόσμου. Να μάθεις, να σέβεσαι μικρούς και μεγάλους. Να μάθεις να αγαπάς και να δείχνεις τα αισθήματα σου με πράξεις πριν να είναι πολύ αργά. Να μάθεις να ακούεις την καρδιά σου. Να μάθεις να λέεις σ΄ αγαπώ σε αυτούς που αγαπάς.

- Θεέ μου, θα ΄θελα να ρωτήσω...

- Μην ρωτάς. Είπαμε ξέρω. Σου απάντησα. 

Nayia Kouls







Η μεγάλη ιστορία του άρτου


Άρτος, μία ολόκληρη ιστορία!

Το ψωμί είναι η βάση της διατροφής μας από τα αρχαία χρόνια και η ιστορία του είναι μεγάλη. Ο «Σποδίτης» άρτος ήταν το ψωμί των αρχαίων χρόνων. Αργότερα, έμεινε γνωστός ως «σταχτοκυλισμένος» ή «σταχτοκουλούρα» διότι ψηνόταν μέσα στη χόβολη με την ανθρακιά. Ο «Πλακίτης» άρτος ενεμφανίσθη αργότερα και όπως προδίδει η ονομασία του, ψηνόταν επάνω σε θερμασμένες πλάκες. Κατά τους Βυζαντινούς και νεωτέρους χρόνους επεκράτησε η ονομασία «Κεραμόπιττες». Ο «Κλιβανίτης» άρτος των μέσων και νεότερων χρόνων, ψήνονταν κι αυτός επάνω σε θερμασμένες πλάκες, μόνο που σκεπάζονταν με τη «γάστρα», ένα σιδηρό, ημισφαιρικό καπάκι. Τέλος, το πιο πρόσφατο είδος είναι ο «φουρνάκειος» άρτος που ψήνεται ακόμη και σήμερα, στους χτιστούς φούρνους. Όλη αυτή την τέχνη, ζυμωμένη με το μεράκι των αρτοτεχνιτών, απολαμβάνει ο καθένας σε καθημερινή βάση.

Η «διαδρομή» μιας χωριάτικης φραντζόλας, λίγα λόγια για την ιστορία του ψωμιού και συνταγές ξεχασμένες, αρχαιοελληνικές, για να μάθετε να φτιάχνετε το δικό σας.

 Κανείς δεν γνωρίζει αν το ψωμί προηγείται της μπίρας, ή ο ζύθος του άρτου. Για το θέμα αυτό τσακώνονται ακόμη και οι ειδικοί! Αυτό που ξέρουμε είναι πως πριν από τη γεωργία εμφανίστηκαν οι πρώτες πιτούλες, ψημένες σε πυρακτωμένες πέτρες αλλά και οι πρώτες πηχτές μπίρες από δημητριακά που οι προϊστορικοί άνθρωποι συνέλεγαν με κόπο. Πάντως, οι δύο πρώτοι τρόποι συντήρησης της σοδειάς είναι απόλυτα συνδεδεμένοι, αφού ή το προζύμι (ξινισμένη ζύμη προηγούμενων ημερών) αποτελεί μαγιά για να αρχίσει η ζύμωση του χυμού κοπανισμένου κριθαριού (ενίοτε ψημένου) που δίνει την μπίρα ή η μαγιά από την μπίρα, αναμιγνύεται στη ζύμη του ψωμιού για να φουσκώσει (κι αυτό ζύμωση). Από την απλή πίτα αραβικού, κυπριακού τύπου, την ελλαδική για σουβλάκι, του διπυρίτη πάξαμο (παξιμάδι από το όνομα του πλακουντοποιού Πάξαμου) ως τους πολυποίκιλους πλακούντες (λαγάνες) των Αρχαιοελλήνων (με βότανα, καρυκεύματα, μέλι, τυρί...), τα μπαχαρόψωμα του Μεσαίωνα και το ψωμί σόδας των Ιρλανδών, οι συνταγές για ψωμί είναι άπειρες. Σας προτείνω μερικές ξεχασμένες αρχαιοελληνικές συνταγές από το βιβλίο μου «Ιστορία της μαγειρικής και της διατροφής» (εκδ. Le Monde). Αλλά ας ξεκινήσουμε από το χρονικό μιας φραντζόλας στην Αγόριανη Παρνασσίδος με μάστορα το φίλο μου Δημήτρη Αρβανίτη και συνεργάτες του τη γυναίκα του Γεωργία και τη μητέρα του κυρία Βάσω.

 ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΜΙΑΣ ΧΩΡΙΑΤΙΚΗΣ ΦΡΑΝΤΖΟΛΑΣ 

Βράδυ της προηγουμένης: αλεύρι (ανάμειξη χωριάτικου, μαλακού, σκληρού) + νερό + μαγιά + προζύμη (ζύμη της προηγουμένης) νια να βγει η «καρδιά» του ψωμιού της επομένης. Μετά το πρώτο ζύμωμα θα αναπαυθεί σκεπασμένο ώς το πρωί. Φόρτωμα του πάνω μέρους του φούρνου με χονδρά ξύλα ώστε να στεγνώσουν. 

  1. 5.30 π.μ.: ενώ πίνουμε τον πρώτο καφέ με παξιμάδι αρχίζει το «ανάπιασμα», η ανάμειξη δηλαδή της  προζύμης με νέα ποσότητα αλεύρων, νερού και λίγου αλατιού. Νέα ανάπαυση της ζύμης. 
  2. 5.45 π.μ.: κατέβασμα του ξύλου από το πάνω μέρος στον καυστήρα, άναμμα.
  3. 6.05 π.μ.: καθαρίζεται ο φούρνος.
  4. 6.10 π.μ.: αρχίζει το ζύγισμα φραντζόλα φραντζόλα.
  5. 6.15 π.μ.: με την προσέλευση των «αρτεργατών» το ζύμωμα ξεκινά και γεμίζουν οι πινακωτές με 200 περίπου ψωμιά. Νέα ξεκούραση της ζύμης, καφές και φόρτωμα του φούρνου με ξύλα.
  6. 6.30 π.μ.: ο Δημήτρης αρχίζει το φούρνισμα, αφού χαράξει τις φραντζόλες.
  7. 6.45 π.μ.: τουμπάρισμα και νύρισμα των ψωμιών (στο κέντρο ο φούρνος καίει παραπάνω). 
  8. 7 π.μ.: βγαίνουν οι πρώτες φραντζόλες που «μοσχοβολάνε» ποιότητα, τέχνη και μόχθο. Μπαίνουν νέες για ψήσιμο.
  9. 7.15 π.μ.: μπαίνουν οι πρώτες λιχουδιές, τυρόπιτες, τυρόψωμο κ.λπ. 
  10. 8.45 π.μ.: έρχονται τα πρώτα ψησίματα των πελατών.

 ΣΥΓΚΟΜΙΣΤΟΣ ΑΜΗΤΙΣΚΟΣ 

Ψωμί πολύσπορο με ξινόγολο ή γάλα. Ανακατεύουμε 

  1. 250 γρ. αλεύρι σικάλεως, 
  2. 250 γρ. αλεύρι κριθαριού,
  3. 250 γρ. ρεβιθάλευρα,
  4. 250 γρ. αλεύρι ολικής αλέσεως.

Ανοίγουμε το μείγμα σαν ηφαίστειο και προσθέτουμε 
250 γρ. προζύμη και νερό. 

Ζυμώνουμε και αφήνουμε τη ζύμη να φουσκώσει για 2 ώρες. Διορθώνουμε με λίγο αλεύρι και 200 χίλιοστόλιτρα ξινόγαλο. Αφήνουμε το μείγμα να ηρεμήσει και πλάθουμε τη ζύμη σε σχήμα λαγάνας. Την ταπώνουμε με τα δάχτυλα. Περνάμε από πάνω ένα βρεγμένο βετέξ, τοποθετούμε νιφάδες σικάλεως και κριθαριού, λαδώνουμε και ψήνουμε στο φούρνο, σε θερμοκρασία 180 βαθμών περίπου μία ώρα. 

ΕΓΚΡΙΤΙΔΑ

 Ψωμί του τηγανιού με μέλι και σουσάμι 1 μπαλάκι προζύμη βάρους 250 γρ. 
Ανοίγουμε σαν ηφαίστειο τα 750 γρ. αλεύρι ολικής αλέσεως και βάζουμε μέσα το προζύμι, 
3 κουταλιές της σούπας μέλι, 
μια πρέζα αλάτι, 
1 ποτήρι νερό και ζυμώνουμε. 
Αφήνουμε τη ζύμη να φουσκώσει για 2 ώρες σε ζεστό μέρος, διορθώνουμε με λίγο αλεύρι και 2 κουταλιές μέλι που έχουμε διαλύσει σε χλιαρό νερό. Το αφήνουμε να ηρεμήσει και ψήνουμε σε λαδωμένο τηγάνι, περιχύνοντας με μέλι και πασπαλίζοντας με λευκό σουσάμι. Το ψήσιμο διαρκεί περίπου τρία τέταρτα της ώρας στους 180 βαθμούς. 

ΚΛΙΒΑΝΙΤΗΣ ΚΕΚΑΡΥΚΕΥΜΕΝΟΣ

 Ψωμί φουρνιστό με μπαχαρικά

 Παίρνουμε 750 γρ. ολικής αλέσεως, το ανοίγουμε σαν ηφαίστειο και βάζουμε 
250 γρ. προζύμη. 
Προσθέτουμε 

  1. 1 κτγ γλυκάνισο, 
  2. 1/2 κτγ τριμμένο κύμινο, 
  3. 1/2 κτγ σκόνη κόλιανδρου,
  4. 1/2 κτγ μίγμα πιπεριών, 
  5. 1 πρέζα αλάτι και
  6. 1 πρέζα κρόκο (ζαφορά) βρασμένο σε λίγο νερό.

 Ζυμώνουμε και αφήνουμε τη ζύμη να φουσκώσει για 2 ώρες σε ζεστό μέρος. Διορθώνουμε με λίγο αλεύρι και αφήνουμε τη ζύμη να ηρεμήσει. Την ανοίγουμε και πλάθουμε πλακούντα τον οποίο ταπώνουμε με τα δάχτυλα. Το περνάμε με βρεγμένο βετέξ και βάζουμε από πάνω λίγο χοντρό αλάτι και σπόρους γλυκάνισο. Ψήνουμε για μία ώρα περίπου, σε θερμοκρασία 180 βαθμών.

 Άρθρο του Αλέξανδρου Γιώτη στην Στήλη «Γεύση», Ένθετο «Κ», τεύχος 122, Καθημερινή της Κυριακής, 2 Οκτωβρίου 2005 
Via: nektar

Μήπως χαθώ εκεί πάνω η αγράμματη


 Κάποια αγράμματη αλλά ευσεβής γιαγιά, πήγε μια μέρα στην Εκκλησία και άκουσε τον ιεροκήρυκα να λέει:

- Αυτός που δεν διαβάζει την Αγία Γραφή, δεν θα σωθεί!
Η γιαγιά μόλις άκουσε το λόγο αυτόν χλώμιασε, απογοητεύτηκε και γυρίζοντας σπίτι, λέει στην κόρη της:
- Παιδί μου θα κολαστώ, διότι δεν διαβάζω την Αγία Γραφή!
Η κόρη της προσπάθησε να την καθησυχάσει, αλλά ματαίως...
Μια μέρα, αποφάσισε η γιαγιά να πάει σε έναν φωτισμένο γέροντα, για να την βοηθήσει. Η γιαγιά μόλις τον είδε, του λέει:
- Πάτερ μου, δεν θα σωθώ, διότι δεν διαβάζω την Αγία Γραφή, διότι είμαι αγράμματη!
Ο γέροντας όμως την καθησύχασε και της είπε:
- Και πώς σώθηκαν τόσοι και τόσοι αγράμματοι άνθρωποι γιαγιά; Μάλιστα έχουμε και Αγίους, που ήταν τελείως αγράμματοι! Αυτοί πως σώθηκαν; Τα γράμματα δεν σώζουν, αλλά ούτε και η αμορφωσιά κολάζει. Λοιπόν γιαγιά, θα κάνεις το εξής: Θα παίρνεις το Ευαγγέλιο, θα το ανοίγεις στην πρώτη σελίδα, θα βάζεις την παλάμη σου πάνω στο Ευαγγέλιο και μετά θα πηγαίνεις στο εικονοστάσι και θα λες την εξής προσευχή: ''Χριστέ μου, αυτά που γράφεις στο Ευαγγέλιο, βάλτα μέσα στην καρδιά μου!''. Την άλλη μέρα θα βάζεις την παλάμη σου στην δεύτερη σελίδα κ.ο.κ.
Η γιαγιά εφάρμοσε κατά γράμμα τα λόγια του γέροντα για αρκετούς μήνες. Μια μέρα στο σπίτι παίζανε τα εγγονάκια της και άρχισαν να μιλάνε άσχημα και να κατακρίνουν. Η γιαγιά το άκουσε και τα παρατήρησε, λέγοντάς τα:
- Παιδιά μου, μην κρίνετε για να μην κριθείτε!
Κόκκαλο η κόρη της!
- Μάνα, αυτό που είπες, από που το άκουσες και το είπες; Αυτό το λέει το Ευαγγέλιο, εσύ δεν ξέρεις γράμματα, ποιός σου το είπε;
- Παιδί μου, δεν το άκουσα από κάπου, αλλά βγήκε μέσα από την καρδιά μου!
Από την στιγμή εκείνη, άρχισε η γιαγιά να αναπαράγει λόγια του Ευαγγελίου, χωρίς να το καταλαβαίνει! Η γιαγιά επειδή έκανε υπακοή στον γέροντα με πίστη και απλότητα, άρχισε ο Χριστός να εμφυτεύει τα λόγια του Ευαγγελίου στην καρδιά της.
Αυτό που θα μας σώσει είναι η πίστη στον Χριστό και όχι η μόρφωσή μας. Εξάλλου ο Χριστός, επέλεξε αγράμματους ανθρώπους για Μαθητές Του, για να δείξει, ότι μπορεί να σε κάνει πάνσοφο, ακόμα και αν είσαι αγράμματος, αρκεί να έχει κανείς πίστη και ταπείνωση...
Γέροντας Εφραίμ της Σκήτης του Αγίου Ανδρέα

Εμπιστοσύνη στην πρόνοια του Θεού...(διδακτική Ιστορία )



Μπροστά από μισό περίπου αιώνα ζούσε ένας αγροφύλακας, πού τον έλεγαν Αντώνη και ήταν γνωστός σε πολλά χωριά της Κόνιτσας, ιδίως για τη μεγάλη του οικογένεια. Είχε εννιά παιδιά, από δύο έως δέκα εφτά χρονών. Έξι ήταν κορίτσια και τρία αγόρια Ήταν άνθρωπος διαφορετικός, με ξεχωριστό ήθος και ασυνήθιστη συμπεριφορά.
Όσοι τον γνώριζαν, τον περιέγραφαν με υπερβολικά λόγια. Οι περισσότεροι τον επαινούσαν και τον συμπαθούσαν. Υπήρχαν, βέβαια, κι εκείνοι, πού τον αντιπαθούσαν, χωρίς αιτία και μιλούσαν περιφρονητικά. Ό ίδιος, αδιαφορώντας για το τι λένε οι άλλοι, ήταν ορμητικός στη ζωή του. Απ’ τους ανθρώπους δεν ζητούσε βοήθεια. Προσπαθούσε με τις δικές τους δυνάμεις να καλύπτει τις βασικές ανάγκες της οικογένειας του. Είχε το μικρό μισθό του, τα χωράφια, το κυνήγι και μερικά ευκαιριακά μεροκάματα.
Ή γυναίκα του, ή Δέσπω, ήταν απλή και προσπαθούσε να μεγαλώσει τα παιδιά της με αξιοπρέπεια, χωρίς γογγυσμούς και θορύβους. Ήταν και απερίεργη. Δεν ήθελε να μαθαίνει τι συνέβαινε στους άλλους, στα ξένα σπίτια Απέφευγε το κουτσομπολιό και τις φιλονικίες. Ωστόσο, οί άλλοι ασχολούνταν καθημερινά με το σπίτι της. Τη σχολίαζαν με τρόπο σκληρό και τη χαρακτήριζαν καθυστερημένη, γιατί δεν έκανε εκτρώσεις. Ή Δέσπω δεν έβγαινε απ’ το σπίτι. Είχε πάντα δουλειές και ήταν μόνιμα κουρασμένη.
Ή φτώχεια της ήταν εμφανής και δικαιολογημένη. Άλλα και ή αδιαφορία των ευπόρων μεγάλη. Δεν θυμόταν ή Δέσπω ποτέ να της έχει συμπαρασταθεί κάποιος. Ούτε μια δραχμή ούτε μια καραμέλα για τα παιδιά της.
Ό Αντώνης, κάθε φορά, πού γυρνούσε απ’ τα χωριά στα οποία υπηρετούσε, κάτι είχε στον τορβά του. Οί άνθρωποι πάντα του έδιναν, γιατί τον θαύμαζαν και τον αγαπούσαν. Τα παιδιά του άνοιγαν τον τορβά, για να δουν τι είχε μέσα Τα λουκούμια, οι καραμέλες και τα φρούτα εξαφανίζονταν αμέσως. Μερικές φορές, όταν έβρισκε ευκαιρία, τα καταβρόχθιζε μόνος του ό ζωηρός και σωματώδης Νικόλας, το τρίτο παιδί της οικογένειας.
Στο σχολείο τα παιδιά του Αντώνη και της Δέσπως ήταν καλοί μαθητές. Δεν αντιμετώπιζαν δυσκολίες και δεν δημιουργούσαν προβλήματα στα αλλά παιδιά ήταν κοινωνικοποιημένα και δεν είχαν απαιτήσεις. Όχι πως υποχωρούσαν συνέχεια και δέχονταν να τους κοροϊδεύουν οί άλλοι, αλλά δεν είχαν εγωισμό και πονηριά.
Ό Αντώνης ήταν αγνός άνθρωπος. Ό χαρακτήρας του τραχύς, ντόμπρος και αποφασιστικός. Αγωνιζόταν αδιάκοπα για την οικογένεια του, γι` αυτό και βρισκόταν σε διαρκή κίνηση. Όλες τις εποχές. Και το χειμώνα, πού δεν υπήρχε κανένας λόγος να τρέχει από χωριό σε χωριό για τυχόν αγροτοζημιές. Ήθελε να γεμίζει καθημερινά τον τορβά του, γιατί καθημερινά έπρεπε να θρέφει δέκα στόματα Μια φορά το μήνα πήγαινε και στη χαράδρα του Αώου, οπού υπήρχαν πολλά γιδοπρόβατα.
Έφτανε μέχρι την τοποθεσία Μύγα περνούσε πάντα απ’ το μοναστήρι του Στομίου, οπού έκανε στάση, Ιδίως όταν γύριζε. Τότε βρισκόταν εκεί ο μοναχός Παΐσιος, νέος μοναχός, πού είχε έρθει απ’ το Άγιο Όρος. Ό Αντώνης γνώριζε το μοναχό και συχνά του εκμυστηρευόταν ότι τον απασχολούσε. Εκείνος ήταν πρόθυμος πάντα και προσπαθούσε με πολλούς τρόπους να βοηθάει τον πολύτεκνο αγροφύλακα.
Στο μοναστήρι ο Αντώνης ήθελε να ανάβει μόνος του τα καντήλια και να προσεύχεται μπροστά στην εικόνα της Παναγίας για την οικογένεια του. Ό μοναχός Παΐσιος άφηνε τον Αντώνη ελεύθερο, γιατί γνώριζε την καλή του προαίρεση και τη βαθιά του πίστη. Δεν μπορούσε, όμως, να εξηγήσει τον πυροβολισμό, πού άκουγε κάθε φορά, πού απομακρυνόταν απ’ το μοναστήρι ο Αντώνης. Ήξερε ότι είχε πάντα το δίκαννο κοντά του, άλλα δεν γνώριζε τι σημάδευε. Δεν τον είχε ρωτήσει, γιατί δεν ήθελε να φανεί περίεργος. Συνεχιζόταν αυτή ή τακτική για αρκετούς μήνες. Κάποτε, όμως, ομοναχός, ετοιμάζοντας καφέ στον Αντώνη, βρήκε την κατάλληλη στιγμή και τον ρώτησε:
-Βρε Αντώνη, κάθε φορά, πού φεύγεις απ’ το μοναστήρι, ακούω και μια ντουφέκια. Τι βρίσκεις και σημαδεύεις;
Ό Αντώνης, λίγο ανήσυχος, αποκάλυψε:
—Ξέρεις, παππούλη, εγώ έχω μεγάλη οικογένεια και τα οικονομικά μου είναι λιγοστά Δεν φτάνουν ν’ αγοράσω κρέας νια τα παιδιά μου. Έτσι παίρνω κοντά και το δίκαννο κι όταν βρω κάτι στο βουνό, το σκοτώνω.
-Μα εσύ ντουφεκάς κάθε φορά, πού έρχεσαι εδώ.
-Πρέπει να στο φανερώσω, παππούλη, τι κάνω. Όταν ανάβω τα καντήλια, κάνω την προσευχή μου και ζητάω απ’ την Παναγία να με βοηθήσει να πάω στα παιδιά μου λίγο κρέας. Κι εκείνη πάντα βοηθάει. Εγώ παίρνω λάδι απ’ το καντήλι της και αλείφω κάθε φορά το στόχαστρο, πού είναι πάνω στην κάνη και όλο κάτι βρίσκω.
-Πιστεύεις ότι σε βοηθάει ή Παναγία σ’ αυτό;
-Βέβαια, παππούλη. Σε μια συγκεκριμένη μεριά, εκεί κοντά στον Ασπρόλακκο, τις περισσότερες φορές με περιμένει κάποιο αγριοκάτσικο, σταλμένο απ’ την Παναγία. Το σκοτώνω και το παίρνω.
Ό μοναχός Παΐσιος είχε μείνει κατάπληκτος απ’ αυτό, πού άκουσε. Ζήλευε τον Αντώνη για την πίστη του, αλλά και τον καθαρό του νου. Τον θαύμαζε, πού με την προσευχή εξασφάλιζε το κρέας των παιδιών του.
Ό Αντώνης, όταν σκότωνε το απαγορευμένο απ’ το νόμο ζώο, το σήκωνε στην πλάτη του και κατηφόριζε από ένα δικό του μονοπάτι κοντά στη όχθη του ποταμού Αώου, σ’ ένα κρυφό σημείο, οπού κανένας δεν μπορούσε να τον δει . Ήταν δύο μεγάλες πέτρες, πού είχαν σχηματίσει μια πυραμίδα κι ένα μικρό σπήλαιο, ενώ γύρω γύρω υπήρχαν ιτιές και διάφοροι θάμνοι. εκεί ό Αντώνης έγδερνε το αγριοκάτσικο, το κομμάτιαζε και το έβαζε μέσα στους τορβάδες του. Κι όταν εκείνος έφευγε απ’ το σπήλαιο, εμφανίζονταν οι αλεπούδες και τα τσακάλια, πού έτρωγαν ότι άφηνε ό λαθροκυνηγός. Συγχρόνως κατέβαιναν και τα κοράκια, πού ζητούσαν το δικό τους μερίδιο.
Ό Αντώνης, φορώντας την υπηρεσιακή του στολή, φορτώνονταν το κρέας, πού κάποτε έφτανε και τα είκοσι κιλά και οδοιπορούσε πολλές ώρες, για να φτάσει στο σπίτι του. Ή ικανοποίηση του ήταν βαθιά και ή ευχαριστία προς την Παναγία αδιάκοπη.
Όταν ό μοναχός Παΐσιος έφυγε απ’ το μοναστήρι του Στομίου, ό Αντώνης συνέχισε για λίγα χρόνια την ίδια διαδρομή, όσο άντεχαν οι σωματικές του δυνάμεις. Πολύ αργότερα, συνταξιούχος πια, έμαθε ότι ό γνωστός του μοναχός Παΐσιος βρισκόταν στο Άγιο Όρος και θέλησε να τον επισκεφθεί. Ή συνάντηση υπήρξε συγκινητική. Ό φημισμένος πια μεγάλος Γέροντας θυμήθηκε τα παλιά και συμβούλεψε το γερασμένο Αντώνη:
Να διατηρήσεις την εμπιστοσύνη σου στην πρόνοια του Θεού και να ‘σαι σίγουρος ότι όλα θα πηγαίνουν καλά.
”go"
RefreshPage